Το πολιτικό δίλημμα που θέτει ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι «αυτοδυναμία ή ακυβερνησία».

Ο κ. Μητσοτάκης προεκλογικά συμπεριφέρεται ως αντιπολίτευση στην κυβέρνηση, επιχειρώντας να κρύψει κάτω από το χαλί τις κυβερνητικές αποτυχίες και τα σκάνδαλα της αυτοδύναμης Ν.Δ.: Τις απευθείας αναθέσεις, την παραβίαση της νομιμότητας των επικοινωνιών, το Predator, το φιάσκο της πανεπιστημιακής αστυνομίας, τη βία κατά της νεολαίας στις πλατείες, την εγκληματικότητα και τέλος, το έγκλημα των Τεμπών.

Η Ν.Δ. επιλέγει με το φόβητρο της ακυβερνησίας να επιβάλλει την αυτοδυναμία της, ως τη μόνη επιλογή σταθερότητας. Δεν μπορούμε να φανταστούμε κυβέρνηση συνεργασίας με προοδευτικό προσανατολισμό να διαχειρίζεται τη πανδημία προς όφελος της πολιτικής πελατείας της με 36.500 νεκρούς, να συγκαλύπτει την Greek Mafia, να παρακολουθεί μέσω της ΕΥΠ πολιτικά στελέχη, δημοσιογράφους και επιχειρηματίες, να αποσιωπά τη διαφθορά και να χρησιμοποιεί το κράτος ως κομματικό λάφυρο.
Η χώρα μετά τις εκλογές θα βρεθεί μπροστά σε κρίσιμες αποφάσεις στα θέματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας, στη δομή της οικονομίας, στην ανάταξη του ΕΣΥ και της Παιδείας, στα θέματα ενέργειας και αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης, στην αναπλήρωση του εισοδήματος των εργαζομένων, στην αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος, στην αντιμετώπιση της έμφυλης βίας και κυρίως να δώσει ελπίδα στη νεολαία, σταματώντας το brain drain.

Για να γίνουν όλα αυτά απαιτείται η ευρύτερη προοδευτική σύγκλιση και η στήριξη της λαϊκής πλειοψηφίας, προκειμένου να πραγματοποιηθούν οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στην οικονομία και στη κοινωνία, ώστε η χώρα να περάσει από τους κάβους που έχει μπροστά της. Οι κυβερνήσεις οριακής κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας και λαϊκής μειοψηφίας είναι καταδικασμένες να αποτύχουν.

Η ενίσχυση του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. αποτελεί προϋπόθεση επίτευξης μίας νέας προοδευτικής συμμαχίας για να ξεπεράσει τις πληγές που άφησε η διακυβέρνηση Μητσοτάκη. Ακόμα και σε περίπτωση αυτοδυναμίας, ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. θα επιδιώξει την συγκρότηση κυβέρνησης προοδευτικής κατεύθυνσης, ευρέος φάσματος. Τα προγράμματα του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. και του ΠΑΣΟΚ σήμερα συγκλίνουν ικανοποιητικά σε σημαντικά ζητήματα στην εξωτερική πολιτική, στην οικονομία, στην προστασία των ευάλωτων νοικοκυριών, στη στήριξη των μισθωτών και των συνταξιούχων όπως και στην αντιμετώπιση του ιδιωτικού χρέους. Η σύγκλιση αυτή μπορεί να αποτελέσει τη μαγιά για νέες προοδευτικές συνθέσεις με απεύθυνση στο σύνολο της προοδευτικής παράταξης για στήριξη.
Παρά την αντικειμενική ισχύ των κυβερνήσεων συνεργασίας με προοδευτικό πρόσημο, γίνεται συχνά λόγος για έλλειψη «κουλτούρας συνεργασίας» στη χώρα μας. Στην πραγματικότητα δεν είναι θέμα κουλτούρας, αλλά η θέληση των παλαιοκομματικών πολιτικών σχηματισμών για συντήρηση του πελατειακού συστήματος.

Οι «άριστοι» της Ν.Δ. κυβέρνησαν, την τετραετία 2019-2023, ως κομματάρχες εμπεδωμένων επιχειρηματικών συμφερόντων. Όλο αυτό το σύστημα σύνδεσης πολιτικών και οικονομικών συμφερόντων υποστηρίζει την ανάγκη «αυτοδύναμων» κυβερνήσεων, εξαρτημένων από τα συμφέροντα, μεγάλα και μικρά, με το ρουσφέτι να αναδεικνύεται σε εθνικό σπορ. Το «όλοι ίδιοι είναι» επιχειρεί να καταστήσει όλο το πολιτικό σύστημα όμηρο της ανικανότητας των «αρίστων» και της εξυπηρέτησης των συμφερόντων. Το αποτέλεσμα της προπαγάνδας αυτής, η ενίσχυση της «αντισυστημικής ψήφου» στην ακροδεξιά.

Η απάντηση του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. είναι η προοδευτική λύση, με τις ευρύτερες πολιτικές συναινέσεις, λειτουργώντας ως πολιτικός καταλύτης στη σύνθεση των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων για την προοδευτική ατζέντα της νέας κυβέρνησης. Τα πολιτικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. έχουμε καθήκον σε αυτή την προεκλογική περίοδο να πείσουμε το εκλογικό σώμα ότι, η σύνθεση των προοδευτικών δυνάμεων προσφέρει εναλλακτική λύση στη συντήρηση της σημερινής, αδιέξοδης πολιτικής της Ν.Δ., ώστε να μην επαναληφθεί η αυτοδύναμη περιπέτεια της χώρας.

* Υποψήφιος Βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. Δυτικής Αττικής

1voice.gr